Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Σίδερα ψυχής

Τι ωραίο που ήταν το κατασκότεινο ταβάνι. Αν ήταν κι ο ουρανός έτσι, χωρίς αστέρια, χωρίς φεγγάρια, χωρίς κανένα φως ν' απειλεί την όμορφη νυχτιά, κάτω απ' αυτόν θα ήθελε να κοιμάται. Μα κι όταν θα ερχόταν η ώρα να ξυπνήσει, ο ουρανός θα ήθελε να ταν πάλι κατάμαυρος όπως το βράδυ, έρεβος πυκνό που δεν ξαποσταίνει. Αν και νέος άνθρωπος γεμάτος υποτιθέμενη αυτοπεποιήθηση, αισιοδοξία, χρώμα κι ομορφιά, γρήγορα τα σιχάθηκε όλ' αυτά. Βλέπετε απο μικρή δεν τράφηκε με γαλάζιο ουρανό και ηλιο....επομένως, να της έλειπαν όλ' αυτά....

Σηκώθηκε αργά απο το κρεβάτι με μια κίνηση όλο αηδία, αλλά και πόνο συγκεντρωμένο στο στόμα της. Έπειτα με βαριά και αργά βήματα κατευθύνθηκε προς το μπάνιο...Βλέποντας γι' άλλη μια φορά αυτό το φρικτό και ελεεινό θέαμα στον καθρέφτη την πλυμμύρισαν δάκρυα. Το στόμα της είχε μπροστά το εξωστοματικό, ένα μεταλικό κατασκεύασμα με το οποίο έπρεπε να κοιμόταν τα βράδια. Ο γιατρός της είπε οτι μ' αυτό τα δόντια της θα ίσιωναν πιο γρήγορα και σε λίγο καιρό θα είχε ένα όμορφο και λαμπερό χαμόγελο. Έλα της όμως που την ενοχλούσε φοβερά το οτι έβαλε στα είκοσι της σιδεράκια. Έλα της που όλες αυτές τις μέρες δεν έκανε τίποτ' άλλο απ' το να καταριέται τον εαυτό της.

Ποτέ δεν ήταν όμορφη, ούτε καν μικρή. Ούτε οι άλλοι της το είχαν πει ποτέ αυτό. Τα κοντά σγουρά μαλλιά της ήταν ανυπόφορος εφιάλτης. Η μεγάλη και στραβή μύτη της το μόνο που μπορούσε να τραβήξει και να "κρατήσει" κοντά της (και συγκεκριμένα πάνω της) ήταν τα γυαλιά μυωπίας. Τα χείλη της ήταν κάπως λεπτά και στραβά, σαν το στόμα μιας φατσούλας που ήταν λυπημένη. Όσο για τα μάτια...αυτό ήταν το κάτι άλλο...Ένα κενό.

Ποτέ της δεν είχε καυχηθεί για κάτι πάνω της. Ίσως επειδή η ίδια δεν είχε βρει κάτι για να καυχηθεί. Ίσως πάλι επειδή οι άνθρωποι δεν της είχαν δώσει αυτό το δικαίωμα. Τι νόημα έχει...Όσο κι αν τη σχολίαζαν οι άλλοι για τη ντροπαλότητα της, για τα σεμνά ρούχα της, τα χοντρά γυαλιά της και την έλλειψη μακιγιάζ εκείνη τους αγνοούσε. Τα αγόρια δε την πρόσεχαν και τα κορίτσια δεν την έκαναν παρέα. Μόνο τη μάνα της άκουγε που σε κάθε κάθε δακρύβρεχτη ιστορία με πικρόχολα σχόλια της έλεγε: "Μην ανησυχείς. Θα έρθει η ώρα που όλα αυτά θα ξεχαστούν. Θ' ανήκουν στο παρελθόν, θα δεις. Και όποιος ανάμεσά σας έκανε τον ωραίο ή το μάγκα θα ξεχαστεί. Άλλες ειναι οι πραγματικές αξίες, καλή μου, θα το δεις αργότερα...και αυτές δεν ξεχνιούνται..." Και τότε το κοριτσάκι φούσκωνε με αέρα παρηγοριάς και προσευχόταν για τη μέρα που θα έβλεπαν οι άλλοι τις...πραγματικές της αξίες. Γι' αυτό φρόντιζε να διαβάζει...να είναι καλή μαθήτρια...να βοηθάει στο σπίτι....Πίστευε οτι όλα θα γίνονταν όπως της είχε πει η μαμά της και οτι μετά το σχολείο όλα θ' άλλαζαν....Θ' άρχιζε να βάφεται...θα περιποιόταν τα νύχια της, το πρόσωπο της..θα ομόρφυνε...θα είχε παρέες...θα την πρόσεχαν...θα την πλησίαζαν....

Κι ήρθε η ώρα που τελείωσε το σχολείο...Μπήκε στο πανεπιστήμειο, αλλά δεν έκανε παρέες...τα παληκάρια εκεί πάλι δε την πρόσεχαν καθόλου, ενώ τα κορίτσια τη σχολίαζαν διακριτικά ακόμη κι αν αυτή περιποιόταν τον εαυτό της, ακόμη κι αν άλλαξε κάπως. Κι όλα εις μάτειν...Όλα ξεχάστηκαν απλά για να ξανάρχονται μπροστά της, να τη στοιχειώνουν. Και κάπου εκεί, την πήρε η μάνα της μια μέρα και την πήγε στον ορθοδοντικό να βάλει σιδεράκια. Εκείνη στην αρχή δεν ήθελε, αλλά η μαμά της την πίεσε και αν έλεγε "όχι" στη μαμά της ήταν σα να έλεγε "όχι" στο μοναδικό της φίλο. "Μα κοίτα πως είσαι! Αυτό το δοντάκι εκεί είναι κάπως στραβούτσικο...και τα δυο μπροστινά πάνε πολύ μπροστά...σαν κουνέλι είσαι! Άσε τ' άλλα, τα καλά, αυτά πρέπει να τα διορθώσουμε! Κι αν πονέσεις στην αρχή, μετά αυτό θα ξεχαστεί, πίστεψέ με και θα με ευχαριστείς...."Κι έτσι, ακόμη και στο μοναδικό χαρακτηριστικό της που δεν την ενοχλούσε πάνω της, μπήκε λουκέτο. Ή μάλλον σίδερα...μια καινούρια φυλακή του εαυτού της. Εκείνη την εποχή ήταν πολλά χρόνια απο τότε που βγήκαν τα σιδεράκια. Πολλοί άρχισαν να τα φοράνε ιδιαίτερα οι μικρές ηλικίες κάτω των δεκαοχτώ και παρόλο που άρχισε να αποτελεί συνηθισμένο θέαμα, κάποιοι ακόμη θα σε κοίταζαν παράξενα, θα σε σχολίαζαν ή θα σε κορόιδευαν, όπως στις ακόμη παλιότερες εποχές που οι άνθρωποι φορούσαν γυαλιά. Κι έτσι....η κοπελίτσα πια δέχτηκε άλλα πυρά...τίποτα δεν ξεχάστηκε...όλα τη στοίχειωναν εμπρός της...

Κι όχι τίποτ' άλλο, αλλά δεν τολμούσε να χαμογελάσει με όλ΄αυτά που είχε στο στόμα της...ούτε να φάει, ούτε να κοιμηθεί, ούτε να μιλήσει καλά καλά....πονούσε φοβερά και κάθε της χαμόγελο αποτελούσε σίδερο μπηγμένο στην μαύρισμένη της καρδιά...όσο ίσια κι αν θα ήταν μετά τα δόντια της...όσο κι αν θα προσπαθούσε να περιποιήται τον εαυτό της αργότερα...τώρα στην εφηβεία και τα νιάτα της που είχε τόση ανάγκη να νιώσει όμορφη και αποδεκτή, το μόνο που βίωνε ήταν απομόνωση, τα σχόλια των άλλων, την ασχήμια της...τον ίδιο της τον εαυτό...και τι κρίμα, τι άσχημα που είναι να τα μισείς όλ' αυτά, να μισείς τον εαυτό σου!Γι' αυτό κι αποζητούσε το απόλυτο σκοτάδι...γι' αυτό και ήθελε να κοιμάται, να ξεφεύγει λίγο απο τη ζωή και τον εαυτό της....δε γνώρισε ποτέ της γαλάζιους ουρανούς κι αστέρια....όχι τίποτ' άλλο....αλλά ένιωθε κιόλας οτι στο φως όλοι την έβλεπαν κι αυτό την τρόμαζε...

Με μια αργή κίνηση έβγαλε το εξωστοματικό και το τοποθέτησε στη θήκη του. Έκλεισε τα μάτια της απο πόνο κι όταν τα ξανάνοιξε πήρε την οδοντόπαστα και την οδοντόκρεμα και άρχισε να βουρτσίζει τα δόντια της όπως όπως....Μικρά υπολείματα φαγητού σε όλα τα χρώματα έβγαιναν απο το στόμα της, ένα μίγμα σάλιου, χθεσινής "σαβούρας" και αίματος γέμιζαν το νεροχύτη. Δεν την ένοιαζε. Μόλις τελείωσε και ξέπλυνε το στόμα της, έβαλε την οδοντόβουρτσα στη θέση της. Ξανακοίταξε τον καθρέφτη. Αυτή τη φορά, σαν να αισθάνθηκε πως κάτι καιγόταν στην κουζίνα, βγήκε γρήγορα τρέχοντας απο το μπάνιο, αποτρέποντας το χέρι της να σπάσει τον καφρέφτη που τόσο μισούσε. Έτρεξε με φόρα προς το κρεβάτι, ξάπλωσε μπρούμυτα και ξανάβαλε τα κλάμματα.

2 σχόλια:

  1. Παλιά μου φίλη, είχα καιρό να σε διαβάσω. Ομολογώ ότι χάρηκα που ξαναβρεθήκαμε μα πιο πολύ χάρηκα που, αφού διάβασα και τα 3 blogs σου, διαπίστωσα ότι γράφεις ακόμα πιο καλά. Αυτό σημαίνει ότι έχεις την ικανότητα να κάνεις λέξεις όλα αυτά που έχεις μέσα σου. Συνέχισε έτσι και .... θα τα λέμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ πικρό. Πάρα πολύ. Αλλά και τόσο αληθινό.
    Είσαι φοβερή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή